Είναι το γλυκό τελικά τόσο κακό όσο νομίζουμε;

Είναι το γλυκό τελικά τόσο κακό όσο νομίζουμε;

Είναι το γλυκό τελικά τόσο κακό όσο νομίζουμε;

 

Το γλυκό είναι ένα προϊόν το οποίο κέρδισε το ενδιαφέρον του κόσμου από τη στιγμή που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά μέχρι και τις μέρες μας και αποτελεί ίσως το πιο πολυσυζητημένο τρόφιμο.

Σε μεγάλο βαθμό λόγω της γλυκιάς τους γεύσης, αλλά και λόγω των υπόλοιπων γνωρισμάτων τους, τα γλυκά έχουν παγκοσμίως ένθερμους οπαδούς.

Οι περισσότεροι από αυτούς θεωρούν πως είναι μία… «αμαρτωλή» επιλογή.

Ορισμένοι δηλώνουν ότι η διατροφή τους θα μπορούσε να αποτελείται μόνο από γλυκά, μα με την πρώτη μπουκιά, νιώθουν ενοχές και θεωρούν ότι θα έπρεπε να το είχαν αποφύγει.

Βασική αιτία για τις ενοχές που νιώθουν όσοι τα καταναλώνουν είναι η γραμμική σχέση που πιστεύουμε ότι παρουσιάζει η κατανάλωση τους με την αύξηση του σωματικού βάρους.

Η μεγάλη θερμιδική πυκνότητα σε συνδυασμό με την μειωμένη ικανότητα του γλυκού να μας χορτάσει, δηλαδή να προκαλέσει κορεσμό, του έχει κολλήσει θα λέγαμε τη ρετσινιά του απαγορευμένου τρόφιμού το οποίο αυξάνει το βάρος.

Στην πραγματικότητα, ένα διαιτολόγιο μπορεί να περιλάβει ένα μικρό ποσό ενέργειας το οποίο καλύπτεται από ένα γλύκισμα ή ένα σνακ σε καθημερινή ακόμα βάση, έτσι ώστε να μπορεί να το απολαύσει ο καθένας μας.
Επίσης ένα γλύκισμα ελεγχόμενής ποσότητας μπορεί να υπάρχει ακόμα και σε ένα υποθερμιδικό διαιτολόγιο(χαμηλών θερμίδων).

Ένα ακόμα κατηγορώ που «κυνηγά» το γλυκό είναι η ποιότητα των θερμίδων που μας παρέχει.

Από τη μια πλευρά οι θερμίδες από την ζάχαρη ονομάζονται «κενές»(δεν μας παρέχουν δηλαδή κάποιο θρεπτικό συστατικό) και από την άλλη τα λιπαρά στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ζωικά και κυρίως κορεσμένα(κακά).

Η μεγάλη πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών έχει κατ᾽ επανάληψη κατηγορηθεί για την αύξηση των επιπέδων χοληστερόλης και την εμφάνιση διάφορων χρόνιων νόσων.

Μοναδική εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα είναι το γλυκά που προέρχονται από υγιεινές πρώτες ύλες(σπιτικά) και μπορούν να αποτελέσουν συστηματικά μέρος ενός ισορροπημένου καθημερινού διαιτολογίου.

Δύο απλά παραδείγματα είναι το παστέλι από σουσάμι και ο χαλβάς από ταχίνι. Είναι γλυκά που παράγονται από 100% σουσάμι, με αποτέλεσμα να μεταφέρονται σε αυτά όλα τα ευεργετικά συστατικά του πολύτιμου αυτού σπόρου.

Πιο συγκεκριμένα τόσο το παστέλι όσο και ο χαλβάς αποτελούν πηγή πολυακόρεστων λιπαρών οξέων, πρωτεϊνών, ασβεστίου, μαγνησίου και χαλκού, συστατικών που πρέπει να υπάρχουν καθημερινά στη διατροφή μας καθώς η επάρκεια τους καθορίζει την θρεπτική αξία του διαιτολογίου μας.

Η προσοχή μας θα πρέπει να στραφεί στη ρύθμιση της ποσότητας που καταναλώνουμε.

Η άποψη πως ένα γλυκό που παρασκευάζεται από αγνά υλικά και περιέχει ποικιλία θρεπτικών συστατικών, όπως το παστέλι από σουσάμι και ο χαλβάς από ταχίνι, δεν αρκεί από μόνο του για να το καταναλώνουμε χωρίς μέτρο.

Πρέπει να αξιολογούμε τη θερμιδική αξία κάθε γλυκού και να την συμπεριλαμβάνουμε με προσοχή στο καθημερινό διαιτολόγιο.

Ένας ενήλικας με μέτρια φυσική δραστηριότητα έχει ανάγκη την πρόσληψη περίπου 2.500 θερμίδων ημερησίως έτσι ώστε συντηρεί το βάρος του.

Αυτός ο ενήλικας μπορεί να προσλαμβάνει 150-250 θερμίδες από τις συνολικά 2.500 για την απόλαυσή του, δηλαδή το γλυκάκι του.

Έτσι μπορεί να καταναλώνει 30-50 γρ παστέλι ή χαλβά από ταχίνι κάθε μέρα για να ικανοποιεί την αίσθηση του γλυκού, το οποίο παράλληλα θα είναι και υγιεινό, αφού θα έχει συμβάλλει στην πρόσληψη απαραίτητων βιταμινών και μετάλλων και δεν θα τον οδηγεί στην αύξηση του σωματικού του βάρους.

Με αυτόν τον τρόπο όταν επιλέγουμε ένα γλυκό, φτιαγμένο από υγιεινές πρώτες ύλες, μετριάζουμε την ποσότητα και το συνυπολογίζουμε στο υπόλοιπο διαιτολόγιο, τότε μπορούμε να κάνουμε το γλυκό μέρος του καθημερινού μας διαιτολογίου.

Όπως σοφά έλεγαν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι «παν μέτρον άριστον»

Drag View Close play
0%
Share via
Send this to a friend