Όλοι γνωρίζουμε τι οδηγεί στην παχυσαρκία, κάνουμε όμως κάτι να το αλλάξουμε αυτό;
H παχυσαρκία στις μέρες μας είναι πλέον μία νόσος με αυξημένη συχνότητα.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πάνω από το 50% του πληθυσμού έχει βάρος πάνω από το φυσιολογικό, ενώ το 22% των Αμερικάνων χαρακτηρίζονται ως παχύσαρκοι.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 30,1% των ανδρών και το 35,4 των γυναικών έχουν βάρος πάνω από το φυσιολογικό.
Ανάλογα ποσοστά μπορούμε να πούμε ισχύουν και για την Ελλάδα, αν και δεν υπάρχουν επίσημα και οργανωμένα στοιχεία.
Από τις στατιστικές υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας φαίνεται ότι περισσότερο από το 30% των Ελλήνων είναι υπέρβαροι.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο σοβαρό εάν σκεφθούμε ότι ένα σημαντικό μέρος αυτού του ποσοστού είναι παιδιά.
Σε Μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Κρήτη και αφορούσε ένα σημαντικό αριθμό παιδιών από σχολεία της, βρέθηκε ότι τα παιδιά εμφάνισαν και εμφανίζουν μία σημαντική αύξηση του μέσου βάρους τα τελευταία χρόνια.
Σε πολλές περιπτώσεις το βάρος αυτό ξεπερνάει το αντίστοιχο βάρος των συνομηλίκων τους παιδιών στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Όπως αντιλαμβανόμαστε τα παραπάνω είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικά, αν σκεφθούμε ότι τα ποσοστά που αναφέραμε παρουσιάζουν μια σταθερά αυξανόμενη τάση.
Μέσα από αυτά τα γεγονότα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτήρισε την παχυσαρκία ως νόσο, η οποία τείνει να πάρει χαρακτήρα επιδημίας.
Αντιφατικό είναι όμως το γεγονός, ότι ενώ η παχυσαρκία είναι νόσος με κατά ένα σημαντικό ποσοστό γνωστή αιτιολογία, η συχνότητα εμφάνισης της αυξάνεται συνεχώς.
Οι επιστήμονες που έχουμε ως αντικείμενο μας την επιστήμη της Διατροφής συμφωνούμε ότι οι κοινωνικές μεταβολές και η τάση να στραφούμε σε πιο δυτικά διατροφικά μοντέλα(που έχουν συντελεστεί τα τελευταία 50 χρόνια σε χώρες
όπως η Ελλάδα)συνέβαλαν στην αύξηση του μέσου βάρος του πληθυσμού.
Όμως γιατί ενώ γνωρίζουμε τα αίτια της παχυσαρκίας δεν μπορούμε να λύσουμε αυτό το παγκόσμιο πλέον πρόβλημα;
Μια απάντηση σε αυτήν την ερώτηση αυτή είναι ότι, η θεραπεία της παχυσαρκίας και η γενικότερη διαδικασία σωστής και με ασφάλεια απώλειας βάρους, από τα μέχρι τώρα αποτελέσματα κρίνεται ανεπαρκής.
Είναι σε όλους γνωστό την τελευταία δεκαπενταετία ότι η διαδικασία ελέγχου του σωματικού βάρους έχει μεταφερθεί από την επιστήμη της Διατροφής – Διαιτολογίας στην βιομηχανία αδυνατίσματος.
Η λήψη ιατρικού – διατροφικού ιστορικού και η ορθή καθοδήγηση από πτυχιούχους Διαιτολόγους – Διατροφολόγους τείνει να υποκατασταθεί από μία απρόσωπη και πολλές φορές αναποτελεσματική τοποθέτηση κάτω από ένα μηχάνημα ή τη λήψη μη ελεγμένων και πολλές φορές επικίνδυνων για την υγεία σκευασμάτων, που διαφημίζονται σε τηλεόραση και διαδίκτυο.
Ο πτυχιούχος επιστήμονας του χώρου της διατροφής & διαιτολογίας, με την ολοκληρωμένη και πολύπλευρη γνώση του ανθρώπινου οργανισμού και των διατροφικών παραγόντων που σχετίζονται με την υγεία, οδηγείται σε αντικατάσταση από τον καλό μάνατζερ, που θα «πλασάρει» μία πλασματική σε αρκετές περιπτώσεις εικόνα για την όλη διαδικασία.
Έχουμε παραμερίσει τον σημαντικό στόχο επίτευξης καλής υγείας και στη θέση του έχουμε τοποθετήσει έναν στόχο δευτερεύουσας σημασίας, αυτόν της αισθητικής.
Όλα αυτά όταν πάνω από το 80% των ατόμων που θέλουν να χάσουν βάρος έχουν αναφέρει ότι ακολούθησαν για τουλάχιστον μία φορά την διαδικασία που πιο πάνω αναφέραμε.
Έτσι η βιομηχανία του αδυνατίσματος έχει γίνει κατά πολλά εκατομμύρια ευρώ πλουσιότερη.
Και αυτό κυρίως σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε(πριν τα Χριστούγεννα), οπότε η ζήτηση για προγράμματα απώλειας βάρους αυξάνεται κατά 50 – 60% σε σχέση με τον υπόλοιπο χρόνο.
Όλα τα παραπάνω μας οδηγούν και όχι άδικα στο συμπέρασμα, ότι το να πάρει κανείς κιλά είναι μια εύκολη τις περισσότερες φορές διαδικασία, αλλά το να χάσει σωστά βάρος είναι ιδιαιτέρως επίπονη και πολυδάπανη.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι μέχρι πριν μια εικοσαετία κυριότερες μέθοδοι αντιμετώπισης του προβλήματος επικεντρώνονταν κυρίως στη φαρμακευτική και αυστηρή διαιτητική προσέγγιση του.
Όμως και οι δύο μέθοδοι δεν έχουν μέχρι σήμερα προσφέρει μια αποτελεσματική λύση στο πρόβλημα της παχυσαρκίας.
Μπορεί βραχυχρόνια και οι δύο μέθοδοι να έχουν αποτελέσματα όσον αφορά την απώλεια βάρους, όμως αυτή φαίνεται να είναι πρόσκαιρη, καθώς παρατηρείται σημαντική επανάκτηση του βάρους.
Ο Σύλλογος Διαιτολόγων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής υποστηρίζει ότι, παρά τα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, η «Αχίλλειος πτέρνα» της αντιμετώπισης της παχυσαρκίας είναι η ανεπάρκεια μακροπρόθεσμων αποτελεσμάτων, όσον αφορά τη διατήρηση της ήδη κεκτημένης απώλειας βάρους.
Τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα δεν είναι τα επιθυμητά, γιατί αυτού του είδους οι παρεμβάσεις δεν πληρούν τρία βασικά γνωρίσματα που οδηγούν σε επιτυχία.
- Εκπαίδευση των ασθενών πάνω στην οριοθέτηση ρεαλιστικών στόχων γύρω από τη σωστή απώλεια βάρους. Οι ασθενείς δεν μαθαίνουν να αποδέχονται την σταδιακή απώλεια βάρους ως επιτυχία.
- Παρακολούθηση των ασθενών για τουλάχιστον ένα χρόνο μετά την παρέμβαση, για την επίτευξη καλύτερης αξιολόγησης των διατροφικών αλλαγών.
- Εκπαίδευση των ασθενών σε θέματα ελέγχου της διατροφικής συμπεριφοράς.
Ανακεφαλαιώνοντας, είναι αναγκαίο να επισημάνουμε ότι χρειάζεται ιδιαίτερη σύνεση και υπομονή τόσο από το άτομο που θέλει να χάσει βάρος, όσο και από τον ίδιο τον επιστήμονα διαιτολόγο – διατροφολόγο, που θα επιβλέπει την όλη διαδικασία.
Είναι ιδιαίτερης σημασίας το γεγονός η βιομηχανία αδυνατίσματος να αποκτήσει ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα και να ακολουθήσει τις οδηγίες των πτυχιούχων επιστημόνων στο χώρο της Διατροφής & Διαιτολογίας.
Μπορείτε να ενημερώνεστε για τους πτυχιούχους Διαιτολόγους – Διατροφολόγους στον ιστότοπο της Ένωσης Διαιτολόγων – Διατροφολόγων Ελλάδας εδώ.
Οι πολίτες πρέπει να απευθύνονται σε καταρτισμένους και πτυχιούχους επιστήμονες για την ενημέρωση τους και για την ορθή και με ασφάλεια για την υγεία τους καθοδήγησή.
Η διαδικασία απώλειας βάρους, δεν πρέπει να μένει πλαίσια της προσωρινής απώλειας ορισμένων γρήγορων κιλών.
Πρέπει να είναι μια απόλυτα προσωπική και εξατομικευμένη διαδικασία, η οποία αποσκοπεί στη διαμόρφωση σωστής διατροφικής συμπεριφοράς και στην εγκαθίδρυση συνηθειών που διασφαλίζουν μία μακροπρόθεσμη διατήρηση της απώλειας βάρους(είτε αυτή είναι είτε είναι μεγάλη) και το σημαντικότερο, διασφαλίζει μια γενικότερα καλή υγεία του ασθενούς.